Απολογιστικό κείμενο ομάδας πειράματος 2018-2019

Με την αρχή της νέας υπόγειας χρονιάς, όπως όλοι, έτσι κι εμείς κάναμε τον απολογισμό μας και καταγράφουμε εμπειρίες και σκέψεις που πέραν από το δικό μας κεκτημένο θα θέλαμε να τις μοιραστούμε και με όλο τον κόσμο που ασχολείται και θα ασχοληθεί με την αυτοοργανωμένη diy σκηνή.

Ένα από τα βασικά σημεία που σταθήκαμε, είναι κάτι που αποτελεί βασικό κομμάτι των συζητήσεών μας σαν ομάδα, αυτό της διερεύνησης των ορίων μεταξύ των μπαντών και εμάς. Δηλαδή, αναφορικά με τις συναυλίες, βλέπουμε τη θέση μας ξεκάθαρα απέναντι στα μαγαζιά και εχθρευόμαστε τη λογική κέρδους που προωθούν, και τις σχέσεις που αυτά παράγουν και διαιωνίζουν. Κάτι που το επιδιώκουμε καλώντας να παίξουν μπάντες που έχουμε γνωρίσει συζητώντας μαζί τους πριν από το live. Θέλουμε δηλαδή να συνδιαμορφώνουμε με μπάντες που αντιλαμβάνονται σε ένα βαθμό, γιατί κάνουμε αυτοοργανωμένες συναυλίες και ποια πρέπει να είναι η κουλτούρα όλων μας, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το live. Αλλά και με νέες μπάντες από σκηνές διάφορων μουσικών ειδών που θέλουν να γνωρίσουν τον χώρο της υπόγας και γενικότερα της αυτοοργανωμένης μουσικής σκηνής. Για άλλη μια χρονιά, καταλάβαμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η συζήτηση με τα άτομα που είναι σε αυτές και πόσες σκέψεις και λογικές μπορούμε να μοιραστούμε μαζί τους. Συνεπώς, τα κριτήριά μας για τις μπάντες που παίζουν στην Υπόγα είναι αυστηρά, σίγουρα όσον αφορά το κομμάτι του σεβασμού του χώρου, της γειτονιάς, στο πως αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως μπάντες, αλλά και στο να έχουν στάση και στίχους στα κομμάτια τους που προφανώς συνάδουν με την αντιρατσιστική και αντισεξιστική λογική του χώρου μας.
‘Ολα αυτά, στα πλαίσια διερεύνησης του καλύτερου τρόπου διάδοσης της diy αντικουλτούρας και το αγκάλιασμα περισσότερων εγχειρημάτων. Μια απόπειρα δυναμική, που αλλάζει και προσαρμόζεται σε δεδομένα που προκύπτουν από πολύωρες συζητήσεις, καλές και κακές εμπειρίες, προβληματισμούς και κριτικής της υπάρχουσας ενεργής αντιεμπορευματικής σκηνής.

‘Οσον αφορά το κομμάτι του εξοπλισμού του χώρου, μέσω των εσόδων απο τα live και απο το κουτί οικονομικής ενίσχυσης καταφέραμε να έχουμε δικό μας το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού, χωρίς να χρειάζεται πλέον να νοικιάζουμε. Πράγμα που κάνει την πραγματοποίηση των εκδηλώσεων μας πιο εύκολη και πιο συχνή.

Επίσης, σημαντικό κομμάτι των εσόδων της ελεύθερης συνεισφοράς, πήγαν και φέτος πέρα από την ενίσχυση του χώρου και σε σκοπούς που θεωρήσαμε ότι πρέπει να ενισχύονται και ταίριαξαν με τη λογική μας, όπως δικαστικά και ιατρικά έξοδα και οικονομική ενίσχυση καταλήψεων που δέχθηκαν επίθεση.

Πέρα απ’τη σχέση μας με το μουσικό κομμάτι της έκφρασης, επιδιώκουμε να έρθουμε σε επαφή και με άλλα εκφραστικά μέσα, σπάζοντας το ρόλο του “διοργανωτή συναυλιών” και μετατρέποντας το χώρο σε ένα στέκι συνύπαρξης/αντιπαράθεσης πολλών “υπόγειων” αντι-κουλτούρων. Το στήσιμο των τεταρτιάτικων “καφενείων”, οι παρασκευιάτικες κινηματογραφικές προβολές, οι συναντήσεις γιόγκα(ς) και κακοτεχνικών, οι συζητήσεις με αφορμή τα φάνζιν είναι μερικές απ’ τις πρωτοβουλίες που καταπιαστήκαμε φέτος με βάση το παραπάνω σκεπτικό.

‘Ενας επιπλέον σημαντικός σταθμός στη φετινή χρονιά, ήταν η εμπλοκή μας σε πανελλαδική δικτύωση αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων για την αντιεμπορευματική δημιουργία, οι προσπάθειες της οποίας απλώνουν μπροστά μας νέες προοπτικές, τις οποίες καλούμαστε να εκμεταλλευτούμε.Θεωρούμε, ότι το DIY δεν είναι απλώς μια νοσταλγική επανάληψη, την οποία καλούμαστε απλώς να κουβαλάμε στο τώρα, αλλά ένα πρόταγμα, το οποίο, για να μπορεί να είναι πρόταγμα, πρέπει να καλύπτει ταυτόχρονα κάποιες βασικές προυποθέσεις όπως πρώτον, να αλληλεπιδρά με τη συγκεκριμένη συγκυρία μέσα στην οποία βρίσκεται,δηλαδή με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του κόσμου που ήδη το στηρίζει και του κόσμου που θέλει να το γνωρίσει, δεύτερον, να είναι πρόταση για το πώς μπορούν να γίνουν τα πράγματα και τρίτον να μην χάνει το πολιτικό του background, ή με άλλα λόγια, τα -σαφώς ορισμένα- πολιτικά του περιεχόμενα.

Τέλος, επειδή τα γεγονότα τον τελευταίο καιρό εδώ γύρω δεν είναι λίγα και η γειτονιά που δραστηριοποιούμαστε αλλάζει προς το χειρότερο, στον “εξευγενισμό” της ευρύτερης γειτονιάς των Εξαρχείων προσπαθούμε να μην είμαστε απλοί παρατηρητές.  Ενάντια στη λογική του νοικιάζω ακριβά ό,τι κινείται, ανεβάζω ενοίκια για να διώξω ντόπιους και φέρνω τουρίστες και τρέντυ μαγαζιά εμείς συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό που κάνουμε όσο καιρό είμαστε μέρος της γειτονιάς. Κάνουμε αισθητή την παρουσία μας στη γειτονιά όχι σαν εναλλακτικό διασκεδαστήριο, αλλά σαν ένας χώρος που λειτουργεί αυτοοργανωμένα και αντιεμπορευματικά κόντρα στη μιζέρια των καιρών.

This entry was posted in Κείμενα. Bookmark the permalink.